ἀνατροπή — capsizing fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ανατροπή — η 1. αναποδογύρισμα: Η ανατροπή του αυτοκινήτου έγινε εντελώς ξαφνικά. 2. ανασκευή, αναίρεση: Η ανατροπή της κατηγορίας δεν είναι εύκολη. 3. κατάργηση, κατάλυση: Κατηγορήθηκε ότι οργάνωνε ανατροπή του πολιτεύματος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἀνατροπῇ — ἀνατροπῆι , ἀνατροπεύς ouerturner masc dat sg (epic ionic) ἀνατροπή capsizing fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἔλεγχος και άνατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως — Contre les hérésies Pour l œuvre d Épiphane de Salamine, voir Panarion. Dénonciation et réfutation de la gnose au nom menteur (en grec ancien : ἔλεγχος και άνατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως), connu sous le nom de Contre les hérésies (en… … Wikipédia en Français
ἀνατροπαῖς — ἀνατροπή capsizing fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνατροπαί — ἀνατροπή capsizing fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνατροπήν — ἀνατροπή capsizing fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνατροπῶν — ἀνατροπή capsizing fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Anatropi — Ανατροπή … Википедия
Мартакис, Костас — Костас Мартакис Κώστας Μαρτάκης Мартакис на конкурсе « … Википедия